Ποντιακά Παιχνίδια
Λαχνίσματα
Δύο ικανοί παίκτες έβγαιναν μπροστά και κάνοντας βηματάκια πατούσα-πατούσα έλεγαν σε κάθε κίνηση ο ένας "πατώ σε" και ο άλλος "κόφτω σε". Άλλοτε πάλι έλεγαν τις λέξεις: "Ταούχ-πιλίτσ΄-χορόζ" που σημαίνει "κότα-κοτόπουλο-κόκορας". Η πατούσα που δεν χωρούσε στο τέλος να μπει, ήταν και η χαμένη και ο νικητής διάλεγε πρώτος τον παίκτη που ήθελε στην ομάδα του. Τα κορίτσια απάγγελναν ρυθμικά ένα αστείο στιχάκι, και σε κάθε ρυθμό έδειχναν και έναν παίχτη. “Άρκος-λύκος-μουχτερός και την νύχτα γυρεβός έρθεν τη παιδί ο κώλον, τσάκ' ατο, καθάρ' ατο, φάτο.” |
Η ζυγούρα
Σ' ένα μεγάλο ανοιχτό χώρο κάρφωναν έναν πάσσαλο ύψους 80 πόντων περίπου. Την κορυφή του πάσσαλου την έκαναν στρογγυλή και κει τοποθετούσαν ένα άλλο ξύλο 3-4 μέτρων στου οποίου τη μέση είχαν κάνει μια γουβίτσα έτσι ώστε να ισορροπεί και να περιστρέφεται με ευκολία. Δύο παιδιά κάθονται στις άκρες αυτού του ξύλου, ακουμπώντας την κοιλιά τους, αλλά κάθονται με αντίστροφη φορά το ένα από το άλλο. Πατούν και οι δύο κάτω και δίνουν περιστροφική κίνηση στο ξύλο. Σηκώνουν τα πόδια τους και όταν αρχίσει να σταματάει αυτή η περιστροφική κίνηση κάποιο από τα παιδιά βάζει τα πόδια κάτω και ξαναδίνει στη ζυγούρα την περιστροφική κίνηση που είχε. Πολλές φορές τα παιδιά για να κάνουν θόρυβο έβαζαν σε αυτήν τη γουβίτσα καλαμπόκι. |
«Ο αγέλαστον» ήταν ένα παραδοσιακό παιχνίδι του Πόντου, όπου το έπαιζαν συνήθως δυο άτομα.
Συγκεκριμένα, τα δυο αυτά άτομα κάθονταν αντικριστά το ένα από το άλλο και το καθένα είχε έναν ρόλο. Ο ένας είχε τον ρόλο του «σοβαρού» και ο άλλος ήταν το « πειραχτήρι». Ο δεύτερος είχε ως σκοπό του να κάνει τον πρώτο να γελάσει, κάνοντάς του διάφορες χειρονομίες και γκριμάτσες. Όταν το κατάφερνε, άλλαζαν θέσεις.
Συγκεκριμένα, τα δυο αυτά άτομα κάθονταν αντικριστά το ένα από το άλλο και το καθένα είχε έναν ρόλο. Ο ένας είχε τον ρόλο του «σοβαρού» και ο άλλος ήταν το « πειραχτήρι». Ο δεύτερος είχε ως σκοπό του να κάνει τον πρώτο να γελάσει, κάνοντάς του διάφορες χειρονομίες και γκριμάτσες. Όταν το κατάφερνε, άλλαζαν θέσεις.